ΔΙΑΤΑΡΑΧΗ ΜΝΗΜΗΣ ΚΑΙ ΑΝΟΙΑ
Διαταραχή μνήμης και άνοια
Η είσοδος στην τρίτη ηλικία χαρακτηριστικά συνοδεύεται από έκπτωση της μνήμης και άλλων νοητικών λειτουργιών, μεταβολές που σε ένα βαθμό εντάσσονται στο πλαίσιο της φυσιολογικής γήρανσης. Άλλοι παράγοντες που μπορούν να επηρεάσουν τις γνωσιακές επιδόσεις είναι το στρες, η κούραση, συγκεκριμένες ασθένειες και φάρμακα. Το πρόβλημα που ανακύπτει μπορεί να έχει περιστασιακή εμφάνιση ή να επηρεάζει διαχρονικά την καθημερινή ζωή. Η γνωσιακή έκπτωση είναι μια συνηθισμένη κατάσταση ιδιαίτερα σε άτομα άνω των 65 ετών.
Συνήθως αφορά:
- Έκπτωση μνήμης
- Επιβράδυνση σκέψης (δυσκολία συγκέντρωσης και προγραμματισμού)
- Πτωχό λόγο
- Μειωμένη κατανόηση/αντίληψη (συχνά επεισόδια σύγχυσης)
- Πτωχή κρίση
- Αλλαγή στη συμπεριφορά (μεταβολές προσωπικότητας και διάθεσης/ κατάθλιψη)
Όταν παρατηρούνται 2 ή περισσότερες από τις παραπάνω μεταβολές και το άτομο οδηγείται σε λειτουργικό περιορισμό στην καθημερινή του ζωή, μπορούμε να μιλάμε για εμφάνιση άνοιας.
Ένας ασθενής με άνοια είναι συχνά αφηρημένος, αμελεί τα καθήκοντά του, δεν καταφέρνει να είναι το ίδιο αποτελεσματικός όσο παλαιότερα σε κοινές δραστηριότητες, γίνεται αδιάφορος για τις μέχρι πρότινος ασχολίες, χάνει βαθμιαία την ικανότητα της ενσυναίσθησης (κατανόηση της συναισθηματικής κατάστασης των άλλων) και ενδέχεται να έχει δυσκολία ελέγχου των συναισθηματικών του αντιδράσεων. Κατά συνέπεια συχνά εγείρονται εμπόδια στην αλληλεπίδραση με άλλα άτομα και εν γένει στην κοινωνική συναναστροφή, με αποτέλεσμα ο ασθενής να οδηγείται σε κοινωνική απομόνωση. Σπανιότερα μπορεί επίσης να βιώσει αισθητηριακές ψευδαισθήσεις (ακουστικές και οπτικές). Τα παραπάνω καθιστούν τη λήψη αποφάσεων και γενικότερα τη διαβίωση χωρίς τη βοήθεια των άλλων εξαιρετικά επισφαλή για ένα άτομο με άνοια.
Η ιατρική εκτίμηση των αναφερόμενων προβλημάτων γίνεται με συγκεκριμένες κλίμακες νευροψυχολογικού ελέγχου. Με τον τρόπο αυτό ανιχνεύονται και καταγράφονται τα όποια γνωσιακά ελλείμματα. Η αργή εγκατάσταση άνοιας συμβάλλει ώστε σημαντικά προβλήματα να περάσουν απαρατήρητα από τον ασθενή ή τους οικείους. Αντίθετα, η αίσθηση κάποιου ότι έχει κακή μνήμη ή ότι οι γνωσιακές του επιδόσεις επιβραδύνονται, ενδέχεται να είναι καθαρά υποκειμενική και να μην επιβεβαιωθεί στα τεστ. Η πρώιμη παρέμβαση δίνει τη δυνατότητα έγκαιρης διάγνωσης και θεραπείας καθώς και προετοιμασίας για το μέλλον. Η κλινική εξέταση, η προσεκτική λήψη ιστορικού και κάποιες απλές αιματολογικές εξετάσεις μπορούν να αναδείξουν κρυφές αιτίες γνωσιακής έκπτωσης που δεν ταυτίζονται με την άνοια και σε αρκετές περιπτώσεις είναι αναστρέψιμες.
Η άνοια χωρίζεται σε ειδικούς τύπους με διαφορετικό μηχανισμό παθογένεσης, συμπτωματολογία, θεραπεία και πρόγνωση. Πιο εξειδικευμένες εξετάσεις και τακτική παρακολούθηση οδηγούν σύντομα σε διάγνωση συγκεκριμένου κλινικού συνδρόμου. Παρά το γεγονός ότι οι περισσότερες μορφές άνοιας είναι εκφυλιστικές νόσοι του νευρικού ιστού και δε μπορούν να θεραπευτούν, σήμερα δίνεται η δυνατότητα μέσω ειδικής φαρμακευτικής θεραπείας να επιβραδυνθεί η εξέλιξη των συμπτωμάτων, ώστε ο ασθενής με άνοια να μπορεί για μακρότερο χρονικό διάστημα να παραμένει ανεξάρτητος, ενεργός και λειτουργικός. Το σημαντικότερο ωστόσο στη θεραπευτική της άνοιας είναι η συμβουλευτική του ατόμου και του περιβάλλοντός του ώστε να αναπτύσσονται οι στρατηγικές που θα προστατέψουν από τους κινδύνους που ενέχει η νοητική (και κινητική) έκπτωση αλλά και που θα υποβοηθήσουν τους οικείους στη φροντίδα και προστασία του.
Σε κάθε στάδιο εξέλιξης της άνοιας διατίθενται προτάσεις δραστηριοτήτων που κρατούν το άτομο απασχολημένο, θέτουν δημιουργικούς στόχους και τονώνουν την αυτοπεποίθηση και αυτό-εικόνα του. Ο ασθενής με άνοια έχει ανάγκη την επίβλεψη, την ενθάρρυνση και την κινητοποίηση που καθιστούν τη ζωή του ποιοτική και την καθημερινότητα ευχάριστη.
Dr. med. Λιακάκης Γιώργος, Νευρολόγος